E-Megara-GR
ΔΗΜΟΣ

Δ. Μεγαρέων: «Το θερμόμετρο της επιτυχίας είναι ο φθόνος των ανίκανων (Σ. Νταλί)»

Διαβάσαμε προχθές ένα κατ’ ευφημισμόν “άρθρο” ενός συμπολίτη μας, ενός εκλεγμένου Δημοτικού Συμβούλου, το οποίο αναφέρεται με υποτιμητικά λόγια στο βιβλίο – σταθμό για τον Δήμο Μεγαρέων (“Μέγαρα – Κοιτίδα Ελληνισμού”), αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά την ογκώδη άγνοια ή μάλλον την ημιμάθεια του συντάκτη του, που είναι χειρότερη της αμάθειας, αλλά και την προσωπική του εμπάθεια προς τον Δήμαρχο.

Ο αρθρογράφος, όπως κάνει κάθε φορά που θέλει να εκβιάσει ένα συμπέρασμα, παίρνει ένα μικρό απόσπασμα από τις 300 σελίδες του βιβλίου, του αποδίδει το νόημα που εξυπηρετεί τους ψηφοθηρικούς του σκοπούς και, αφού πρώτα το στολίσει με ένα πλήθος από “ζήτω εγώ”, λιβελογραφεί εναντίον του Δημάρχου. Κανονικά, θα αρκούσε και μόνο η λέξη “ΝΤΡΟΠΗ”, αλλά επειδή το βιβλίο δεν έχει παρουσιαστεί επίσημα ακόμη και ο κόσμος δεν μπορεί να εκτιμήσει την αξία του, πρέπει να αποκατασταθεί η αλήθεια.

1. Ο Δήμαρχος Μεγαρέων Γρηγόρης Σταμούλης δεν έγραψε το βιβλίο. Ο Δήμαρχος είχε την αρχική ιδέα, συμμετείχε στην εξεύρεση χρηματοδότη, έκανε τον τελικό έλεγχο δίνοντας το “ΟΚ” για την εκτύπωση, ενώ διέθεσε κάθε ευκολία και ιδίως τις πηγές πληροφοριών (έμψυχες και άψυχες) που διαθέτει ο Δήμος για την ακριβέστερη καταγραφή της ιστορίας του τόπου και των ανθρώπων του. Πέραν αυτών, προς τιμήν του, συμμετείχε προσωπικά στην τελική επιμέλεια της έκδοσης, που χρειαζόταν διπλή και τριπλή ανάγνωση και έλεγχο κάθε πρότασης και εικόνας.
Συμπέρασμα: το λιβελογράφημα είναι άκυρο.

2. Το βιβλίο γράφτηκε από επιλεγμένους και επώνυμους ιστορικούς και αρχαιολόγους, εγνωσμένου κύρους, ενώ συμμετείχαν σε αυτό τόσο ο γνωστός συλλέκτης μεγαρικής λαογραφίας Δημήτρης (Τζίμης) Ηλίας όσο και οι εξίσου γνωστοί Ελένη Ρήγα (Δημοτική Σύμβουλος, πρώην Αντιδήμαρχος) και Γιάννης Γκίνης (Σύμβουλος Δημάρχου, πρώην Αντιδήμαρχος), οι οποίοι είχαν και τη γενική εποπτεία της έκδοσης. Η επιστημονική επιμέλεια του βιβλίου υπογράφεται από την Ιστορικό Δόκτορα Ελένη Βελώνη. Η ελευθερία του λόγου επιτρέπει μεν την αμφισβήτηση των ιστορικών στοιχείων του βιβλίου από τον καθένα, αλλά για να έχει την παραμικρή αξία η άποψή τους, θα πρέπει να συνοδεύεται από τουλάχιστον ένα διδακτορικό στην Ιστορία.
Συμπέρασμα: το λιβελογράφημα είναι άχρηστο.

3. Κάθε κείμενο που ξεκινάει με “είμαι πολύ καλό παιδί”, προσπαθεί να προκαταβάλει θετικά τον αναγνώστη, ώστε να συγχωρήσει τις επακόλουθες συμφεροντολογικές ανοησίες. Ακόμη όμως κι αν υποθέσουμε ότι ο συντάκτης δεν διακατέχεται από κάποια εμπάθεια, είμαστε αναγκασμένοι να μνημονεύσουμε τον Θουκιδίδη: “Μακαρίζουμε την αφέλειά σου αλλά δεν ζηλεύουμε τις ανοησίες σου”.
Συμπέρασμα: το λιβελογράφημα είναι παράδειγμα ανοησίας.

Εκ του Γραφείου Επικοινωνίας
& Δημοσίων Σχέσεων Δήμου Μεγαρέων